Πολιτική
Ομιλία Σαχινίδη στην Επιτροπή Οικονομικών της Βουλής

Ομιλία Σαχινίδη στην Επιτροπή Οικονομικών της Βουλής

  • 25 Ιουνίου 2011, 00:10

Η συζήτηση για το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα εκτιμώ ότι είναι μια από τις πλέον κομβικές συζητήσεις για την πορεία της χώρας. Οι αποφάσεις μας θα κρίνουν τα γεγονότα και τις εξελίξεις σε μεγάλο βάθος χρόνου, σε έναν ορίζοντα που ξεπερνάει κατά πολύ τον ορίζοντα της παρούσας Βουλής. Έχω τοποθετηθεί πολλές φορές στη Βουλή και έχω περιγράψει τη δική μου αντίληψη για το πώς η χώρα έφτασε μέχρι εδώ. Τυχαία φτάσαμε μέχρι εδώ; Τυχαία συσσωρεύσαμε ένα χρέος 340 δισ.; Τυχαία είχαμε ένα θεσμικό πλαίσιο, το οποίο παρήγαγε καθημερινά πηγές ελλειμμάτων; Ανατρέξτε στα δημοσιονομικά στοιχεία και στην εκτέλεση του προϋπολογισμού από το 1974 μέχρι σήμερα. Μπορεί κάποιος, από αυτούς που τοποθετούνται στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων να μου βρει έστω και μία χρονιά, κατά την οποία να είχαμε δημοσιονομικό πλεόνασμα; Από το 1974 και μετά η χώρα μας συσσωρεύει συνεχώς ελλείμματα. Τα ελλείμματα προκαλούν τη δημιουργία του χρέους. Αυτός είναι ο ορισμός του χρέους. Τι είναι η αύξηση του χρέους; Είναι ό,τι προκύπτει από τα ελλείμματα. Και ρωτώ. Έπρεπε να αφήσουμε τη χώρα να φτάσει σε αυτό το σημείο; Έχουμε ή δεν έχουμε υποχρέωση απέναντι στους πολίτες και στις επόμενες γενιές να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα;

Έχουμε, λοιπόν, έναν δημοσιονομικό τρόπο λειτουργίας, ο οποίος μας οδήγησε σε αυτό το σημείο και καλούμαστε να πάρουμε ορισμένες δύσκολες αποφάσεις. Αποφάσεις που αφορούν εμάς, οι οποίες αφορούν κάποιους που είναι σε μεγαλύτερη ηλικία. Αλλά πρωτίστως, επειδή εμείς είμαστε αυτοί οι οποίοι θα πάρουμε τις καθοριστικές αποφάσεις, που αφορούν κυρίως παιδιά που δεν έχουν ακόμα κατοχυρώσει, με βάση το νόμο, τα πολιτικά τους δικαιώματα και δεν μπορούν να τοποθετηθούν. Είναι σωστό και πατριωτικό να επιλέξουμε να μεταβιβάσουμε στις επόμενες γενιές ένα χρέος 450 η 500 δισ.;

Άκουσα με τρόμο το συνάδελφό μου, κ. Κουτρουμάνη, να λέει πριν από λίγες ώρες, ότι εάν συνεχίσουμε χωρίς αλλαγές, κάποια επικουρικά ασφαλιστικά ταμεία δεν θα μπορούν να καταβάλλουν συντάξεις. Αυτος ο κίνδυνος αφορά πολλά επικουρικά ασφαλιστικά ταμεία. Φταίει η τρόικα, γι' αυτό το γεγονός; Φταίει το μνημόνιο; Φταίει κάποιος ξένος, που τα επικουρικά μας ταμεία δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους; Διότι, πολύ φοβούμαι ότι εάν αναζητούμε σε εξωγενείς παράγοντες τις αιτίες των προβλημάτων, δεν είμαστε έτοιμοι ούτε να αντιμετωπίσουμε σωστά τα προβλήματα της χώρας, όπως απαιτούν οι περιστάσεις, αλλά ούτε και να δώσουμε τις σωστές απαντήσεις. Θεωρώ ότι, είναι ανευθυνότητα να μην ξεκινήσουμε κάνοντας την στοιχειώδη αυτοκριτική, αναγνωρίζοντας τα λάθη που μας αναλογούν και μας αντιστοιχούν - πρωτίστως ως πολιτικό σύστημα. Διότι, κακά τα ψέματα - και απευθύνομαι πρωτίστως στο δικό μου πολιτικό φορέα αλλα και στην αξιωματική αντιπολίτευση - είτε μας αρέσει ή όχι, αυτά τα δύο κόμματα είχαν την ευθύνη για τις κυβερνήσεις που συγκροτήθηκαν νόμιμα και δημοκρατικά. Δεν μπορώ όμως να παραβλέψω και τις ευθύνες που έχουν άλλοι, οι οποίοι, από τη δική τους θέση ευθύνης οδήγησαν πολλές φορές και διαμόρφωσαν καταστάσεις που είχαν σαν αποτέλεσμα κάποιοι να θεωρούν ως κεκτημένα δικαιώματα μια σειρά από πράγματα, τα οποία δεν μπορούσε καν να τα χρηματοδοτήσει το ελληνικό κράτος. Με άλλα λόγια, φτάσαμε σε έναν τέτοιο μαξιμαλισμό, που καθένας θεωρούσε ως αυτονόητο αυτό που περιέγραψε πολύ παραστατικά στην ομιλία του ο κ. Κουτρουμάνης. Είχαμε καταλήξει να γινόμαστε παροχείς δικαιωμάτων, διασφαλίζοντας στους πολιτες δικαιώματα, τα οποία όμως ήταν μελλοντικές υποσχέσεις, χωρίς αυτός που τις παρείχε να έχει διασφαλίσει ότι μπορεί να τις χρηματοδοτήσει. Είναι πάρα πολύ εύκολο, σε ανύποπτο χρόνο να δίνεται μια υπόσχεση ότι κάποτε θα πληρωθεί ένα δικαίωμα, αλλά δυστυχώς το λογαριασμό δεν τον αναλαμβάνει αυτός που θα ψηφίσει αυτό το δικαίωμα. Αντίθετα, τον αναλαμβάνει ο Υπουργός των Οικονομικών, ο οποίος θα κληθεί να πληρώσει για εκείνο το δικαίωμα όταν ωριμάσει.

Έτσι φτάσαμε σε ένα σημείο, όπου η χώρα συνέχιζε να δανείζεται, γιατί συσσώρευε ελλείμματα. Και να τονίσω ότι τα ελλείμματα που έχουμε είναι πρωτίστως διαρθρωτικά και όχι κυκλικά. Απευθύνομαι στην αξιωματική αντιπολίτευση, η οποία πέρυσι είχε κάνει μια αναφορά στη δυνατότητα της να μειώσει τα ελλείμματα, μάλιστα σε ενάμιση χρόνο. Και όταν μετά συνειδητοποίησε πόσο ανεύθυνο ήταν αυτό το οποίο είπε, αναφέρθηκε πρωτίστως στη δυνατότητα της να περιορίσει τα διαρθρωτικά και όχι τα κυκλικά ελλειμματα σε ενάμιση χρόνο.

Όπως γνωρίζετε το 2009 το έλλειμμα έφτασε να είναι από 15,5%, του ΑΕΠ και το μεγαλύτερο μέρος από αυτό, πάνω από το 13% ηταν διαρθρωτικό. Αυτό σημαίνει ότι εκείνες οι πηγές που δημιουργούν τα ελλείμματα δεν επηρεάζονται τόσο πολύ από τις εξελίξεις στην οικονομία και στους ρυθμούς ανάπτυξης. Αλλά θα είναι εκεί αυτές οι πηγές και θα συνεχίσουν να διαιωνίζονται τα ελλείμματα ανεξάρτητα από το πού βρίσκονται οι ρυθμοί ανάπτυξης. Το λέω αυτό, διότι ένα μεγάλο μέρος της συζήτησης επικεντρώνεται στο ερώτημα, εάν η ύφεση που έχουμε, έχει προκληθεί από το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής που έχουμε ακολουθήσει.

Στο σημείο αυτό, θα σας υπενθυμίσω: Πρώτον, ότι ύφεση - δύο ποσοστιαίων μονάδων - είχαμε και το 2009 με 36 δισ. ευρώ έλλειμμα. Επειδή το 2008 το δημοσιονομικό έλλειμμα ήταν χαμηλότερο και είχαμε και θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, το γεγονός ότι μεγαλώσαμε το δημοσιονομικό έλλειμμα και το φτάσαμε στο ιστορικά υψηλότερο σημείο του 15,5%, δεν είδα να αποτρέπει την ύφεση. Αν το σκεφτούμε και διαφορετικά και υποθέσουμε ότι είναι σωστή αυτή η αντίληψη που υποστηρίζουν πολλοί συνάδελφοι και έπρεπε να χρησιμοποιήσουμε μια επεκτατική δημοσιονομική πολιτική για να αποτρέψουμε την ύφεση, τότε τι έπρεπε να κάνουμε; Να φτάσουμε το δημοσιονομικό έλλειμμα στο 20%, στο 25% ή στο 30%; Όταν από το 2008 προς το 2009 προχωράμε σε μια αύξηση του ελλείμματος κατά 6 και 7 ποσοστιαίες μονάδες και δεν καταφέρνουμε να έχουμε θετικό ρυθμό ανάπτυξης, αλλά οδηγούμαστε σε αρνητικό ρυθμό ανάπτυξης της τάξης του 2%, θα ήθελα κάποιος να μου πει πόσο πρέπει να πάει το έλλειμμα από το 15,5%, προκειμένου να μην έχουμε επιδείνωση της ύφεσης.

Η δική μας αντίληψη της ευθύνης όριζε ότι θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε ταυτοχρόνως πολλά προβλήματα, ενδεχομένως με πολύ περιορισμένα εργαλεία. Όπως γνωρίζετε, όταν μια χώρα είναι μέλος μιας νομισματικής ένωσης, δεν έχει στα χέρια της απεριόριστα εργαλεία πολιτικής. Το μόνο εργαλείο που έχει είναι αυτό της δημοσιονομικής πολιτικής και στην πραγματικότητα αυτό το εργαλείο μας έχει αφαιρεθεί, διότι ουσιαστικά είχαμε φτάσει σε ελλείμματα της τάξης του 15,5%, είχαμε φτάσει σ' ένα τεράστιο χρέος και δεν είχαμε τη δυνατότητα να δανειζόμαστε με επιτόκια που θα μπορούσαν να είναι αποδεκτά. Η χώρα, έχοντας να αντιμετωπίσει ταυτόχρονα πάρα πολλές κρίσεις, όπως στο παραγωγικό πρότυπο, στα δημοσιονομικά, έπρεπε να πάρει ορισμένες αποφάσεις.

Είμαι από τους ανθρώπους που πιστεύουν ότι οι κρίσεις αυτές δεν είναι τίποτα άλλο παρά κρίσεις που υπήρχαν στο θεσμικό υπόβαθρο λειτουργίας του πολιτικού συστήματος, κρίσεις στην ίδια την πολιτική που αντανακλώνται στην οικονομία και στα δημόσια οικονομικά. Αυτό το οποίο δεν μπορούσαμε να αντιμετωπίσουμε όλα αυτά τα χρόνια, απλώς βρήκε την έκφρασή και διοχετεύτηκε μέσα στην οικονομία και τώρα καλούμαστε να το αντιμετωπίσουμε. Αν λοιπόν κάποιος θέλει να συμπεριφερθεί με στάση ευθύνης απέναντι στους πολίτες, τι πρέπει να κάνει; Πρέπει να εκβιάσουμε τους ευρωπαίους όπως προτείνουν καποιοι; να τους πούμε ότι το πρόβλημά μας είναι μόνο δικό τους πρόβλημα και είναι υποχρέωση τους να να μας βοηθήσουν να το αντιμετωπίσουμε; Καταρχάς, θα ήθελα να υπενθυμίσω ότι στην Ευρώπη, δεν μπήκαμε δια της βίας, αλλά ήταν μια συνειδητή επιλογή αυτής της χώρας να συμμετάσχει στην Ε.Ε. και προφανώς, δεν μας το υπαγόρευσαν κάποιοι. Έγινε γιατί η χώρα αυτή, με δημοκρατικό τρόπο έκανε την εκτίμηση ότι τα οφέλη που απορρέουν από την συμμετοχή στην Ε.Ε., είναι οφέλη που ξεπερνούν τα οικονομικά, που σχετίζονται με τις γενικότερες πολιτικές εξελίξεις. Είναι δυνατόν τώρα να ερχόμαστε και να λέμε ότι πρέπει να εκβιάσουμε καταστάσεις και να συμπεριφερθούμε κατά ένα τρόπο ανεύθυνο, λέγοντας ότι δεν έχουμε καμία ευθύνη για όσα έχουν συμβεί σ' αυτή τη χώρα και να αναθέσουμε σε κάποιους άλλους να αναγνωρίσουν τις ιστορικές τους ευθύνες; Αυτή είναι μια λανθασμένη προσέγγιση και πιστεύω ότι εμείς, θα πρέπει να διασφαλίσουμε τη συνέχιση της λειτουργίας αυτής της χώρας.

Άκουσα με μεγάλη έκπληξη, πριν από λίγες μέρες, τον κ. Κουτρουμάνη, να κάνει μια τοποθέτηση - και θα ήθελα να τον συγχαρώ γιατί για πρώτη φορά άκουσα από έναν Υπουργό που έχει τον τομέα ευθύνης των κοινωνικών ασφαλίσεων, με τόση ειλικρίνεια να τοποθετείται στο δημόσιο διάλογο και να λέει στους Έλληνες πολίτες ποιες είναι οι πραγματικές συνθήκες και τα πραγματικά προβλήματα, με τα οποία βρίσκεται αντιμέτωπος. Ανέφερε ότι, εάν για τον οποιοδήποτε λόγο κάποια στιγμή το ελληνικό δημόσιο σταματήσει να κάνει τις μεταβιβάσεις προς τους Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης, τότε τα Ταμεία δεν θα μπορούν να ανταποκριθούν στο σύνολο των υποχρεώσεών τους και μετά βίας θα καλύψουν - περίπου - το ένα στα δύο ευρώ.

Έπρεπε να φτάσουμε σε αυτό το οριακό σημείο για να ασχοληθούμε με το πρόβλημα των αλλαγών στα συνταξιοδοτικά ταμεία; Έπρεπε δηλαδή να φτάσουμε σ' αυτό το σημείο όπου χρόνο με το χρόνο καλείται ο κρατικός προϋπολογισμός να αυξάνει τα ποσά τα οποία μεταβιβάζει προς τα ταμεία κοινωνικής ασφάλισης; Δεν έπρεπε ως χώρα συντεταγμένα να έχουμε προβλέψει ποια είναι η δυνατότητα που έχουν τα ασφαλιστικά ταμεία και να προχωρήσουμε εγκαιρα στις μεταρρυθμίσεις; Και ακούω να γίνεται κριτική στη Βουλή, γιατί πήραμε μέτρα τα οποία είναι κοινωνικά άδικα και υποβάλλουν την κοινωνία σε θυσίες. Αυτό είναι αλήθεια. Ποτέ στις συζητήσεις που έγιναν στην Βουλή, δεν αμφισβήτησα ότι τα μέτρα και οι αποφάσεις που έχουμε πάρει και σε θυσίες υποβάλλουν την κοινωνία αλλά και άδικα είναι. Είναι άδικο όμως αυτή η κριτική να ασκείται σ' αυτή την Κυβέρνηση. Γιατί αυτή η κυβέρνηση παίρνει αποφάσεις που είναι προϊόν της ανάγκης και όχι προϊόν της πρόνοιας.

Οι παλαιότεροι, αυτοί δηλαδή που συμμετείχαν στην Βουλή, ας σταθούν κάποια στιγμή αυτοκριτικά και ας αναρωτηθούν αν θα ήμασταν στην ίδια κατάσταση εάν πολλές από αυτές τις αλλαγές τις οποίες υποχρεώνεται να πάρει η παρούσα Βουλή τις είχαν πάρει αυτοί, είχαν αναγνωρίσει το αίσθημα ευθύνης το οποίο έχουν απέναντι στους Έλληνες πολίτες, είχαν φροντίσει να κάνουν αυτές τις αλλαγές και αναφέρομαι σε όλους τους Βουλευτές που έχουν μεγάλη χρονική παρουσία μέσα στη Βουλή, δεν κάνω διακρίσεις στους Βουλευτές κάποιων κομμάτων.

Οι περισσότεροι λοιπόν από τους βουλευτές που σήμερα τοποθετούνται κριτικά δεν θα πρέπει να αναρωτηθούν πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα αν γίνονταν αλλαγές, όταν για παράδειγμα κατατέθηκε η έκθεση «Σπράου», που έκανε μια περιγραφή καλώς ή κακώς, και έλεγε ότι αυτά είναι τα δεδομένα, προς τα εκεί βαδίζουν τα συνταξιοδοτικά ταμεία. Τότε όμως σύσσωμη η ελληνική κοινωνία αντέδρασε. Γιατί αντέδρασε; Γιατί αμφισβήτησε αυτό που θεωρούσαν ως κεκτημένο δικαίωμα. Ποιο είναι; Το δικαίωμα ας πούμε να μπορεί κανείς να συνταξιοδοτείται νωρίτερα και να παίρνει μια πολύ μεγάλη σύνταξη.

Δεν ήρθα εδώ για να υποστηρίξω ότι ο τρόπος με τον οποίον το ΠΑΣΟΚ κινήθηκε όσες φορές κινήθηκε στη διάρκεια της αντιπολίτευσης ήταν ο πλέον υπεύθυνος τρόπος, αλλά θέλω να σας υπενθυμίσω να μη συγκρίνουμε ανόμοια πράγματα και ανόμοιες καταστάσεις. Διότι αυτή τη στιγμή η χώρα βρίσκεται μπροστά σε μία κρίση πρωτοφανή. Δεν μπορεί λοιπόν να έρχεστε και να εγκαλείται το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και να λέτε οτι εσεις «την περίοδο μεταξύ 1990 -1993, η την περίοδο 2004-2008 είχατε στάση αρνητική»

Αν λοιπόν το ΠΑ.ΣΟ.Κ. έχει ευθύνες για τον τρόπο με τον οποίο αντιπολιτεύτηκε, είμαι διατεθειμένος να τις αναγνωρίσω. Αυτό όμως δεν αναιρεί μια πραγματικότητα, ότι οι κρίσιμες στιγμές τις οποίες ζούμε τώρα καθιστούν τον καθένα από μας περισσότερο υπεύθυνο από οποιονδήποτε άλλο Βουλευτή έχει περάσει απο την ελληνική Βουλή. Και έχουμε μια μοναδική υποχρέωση εμείς οι 300 απέναντι στα δέκα εκατομμύρια των Ελλήνων όταν μιλάμε εδώ και τοποθετούμαστε να τοποθετούμαστε κατά ένα τρόπο εύληπτο και κατανοητό. Οι αοριστολογίες και οι αφορισμοί δεν βοηθάν ούτε το δημόσιο όλο διάλογο ούτε τη δημόσια συζήτηση.

Υπάρχει μια αντικειμενική πραγματικότητα, ότι έπρεπε να μειώσουμε τα ελλείμματα. Εξ ορισμού το έλλειμμα είναι η διαφορά ανάμεσα στις δαπάνες και τα έσοδα, εξ ορισμού όταν θες να μειώσεις το έλλειμμα θα πρέπει να κάνεις τρία δυνατά πράγματα. Το ένα είναι να μειώσεις δαπάνες και να αφήσεις απείραχτα τα έσοδα. Το άλλο είναι να αυξήσεις τα έσοδά και να αφήσεις απείραχτες τις δαπάνες. Και το τρίτο είναι να επιλέξεις ένα μείγμα, ένα συνδυασμό δαπανών και εσόδων που θα σου επιτρέψουν να πετύχεις τον στόχο τον οποίον έχεις θέσει για τη μείωση του ελλείμματος. Εμείς λοιπόν αυτή τη στιγμή με το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα τι έχουμε να αντιμετωπίσουμε; Την προσπάθεια της Ελλάδος να μειώσει τα ελλείμματα της από τα 24 δισ. και να τα οδηγήσει σε ένα επίπεδο της τάξης των 2 η 3 δισεκατομμυρίων ευρώ. Πεδίο δόξας λαμπρό σε όσους πιστεύουν ότι αυτό το πράγμα μπορεί να γίνει με ένα μαγικό τρόπο. Προσκαλώ και προκαλώ όλους να έρθουν στο Γενικό Λογιστήριο και να θέσω στη διάθεσή τους την ομάδα του Γενικού Λογιστηρίου η οποία έχει ασχοληθεί με τη σύνταξη του μεσοπρόθεσμου. Να μας δώσουν όλα τα στοιχεία και όλα τα δεδομένα. Θα πρέπει να συμφωνήσουμε στο σενάριο βάσης, γιατί το σενάριο βάσης λέει τι θα γίνει σ' αυτή τη χώρα αν δεν κάνουμε τίποτα, αν δηλαδή κοκαλώσουμε τώρα και δεν προχωρήσουμε ούτε ένα βήμα, τι θα συμβεί στα επόμενα χρόνια μέχρι το 2015;

Λέω, λοιπόν, ελάτε στο Γενικό Λογιστήριο και καταθέστε τα στοιχεία σας. Και αν μεν από τα στοιχεία προκύψει ότι υπάρχει δυνατότητα, όπως ισχυρίζεται η Αξιωματική Αντιπολίτευση να προχωρήσει στη μείωση των ελλειμμάτων χωρίς να υποστεί κανείς θυσίες, είμαστε εδώ να το υιοθετήσουμε. Γιατί προφανώς φαντάζομαι ότι οι συνάδελφοι της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης δεν μπορούν να ισχυρίζονται στην κοινωνία ότι εμείς στην κυβερνηση είμαστε η εξ ορισμού οι κακοί οι οποίοι βρήκαμε ως μόνο τρόπο αντιμετώπισης των προβλημάτων της χώρας την αύξηση των φορολογικών εσόδων μέσω της επιβολής νέων φόρων ή τη μείωση των δαπανών μέσω της περικοπής μισθών και συντάξεων και ότι αυτοί με κάποιον άλλον μαγικό τρόπο έχουν τη δυνατότητα να προχωρήσουν σε περικοπές που δεν δημιουργούν πρόβλημα.

Λέω και πάλι, το Ζάππειο 2 κοστίζει 36 δισ. εάν αμφισβητούν αυτά τα οποία λέω να έρθουν στο Γενικό Λογιστήριο να τα αποδείξουν. Αλλά να κάνουμε και μια άλλη άσκηση η οποία είναι πάρα πολύ απλή, και αφορα στις δαπάνες. Δινουμε 26 με 27 δισ για μισθούς και συντάξεις, 14 δισ. μεταβίβασης τους οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης, 2 δισ. μεταβιβάσεις προς οργανισμούς όπως για παραδειγμα οι συγκοινωνίες και 2 δισ. τα οποία πηγαίνουν προς τα νοσοκομεία, άλλα 2 δισ. τα οποία πηγαίνουν προς την Ε.Ε., κοντά στα 16 δισ. τα οποία είναι τόκοι και άλλα 2 δισ. λειτουργικές δαπάνες. Αυτό είναι το σύνολο των δαπανών περίπου του κρατικού προϋπολογισμού που παρακολουθούμε.

Όταν λοιπόν λέει κάποιος στη δημόσια συζήτηση κόψτε δαπάνες, δεν θα έπρεπε να μπει στον κόπο και να μας πει από πού να κόψουμε; Διότι είναι εύλογο να θέτεις τα ερωτήματα και τα διλήμματα. Εξισου εύλογο να κάνεις και προτάσεις για να αποκτήσει ολοκληρωμένο και συγκροτημένο περιεχόμενο η συζήτηση. Οταν λοιπον κάποιος προσέρχεται στο δημόσιο διάλογο και λέει ότι «εμείς δεν το ψηφίζουμε το μεσοπρόθεσμο γιατί δεν προσφέρει λύση», θα ήθελα να ξέρω ποια είναι η πρόταση που προσφέρει λύση; Διότι εγώ μέχρι στιγμής μόνο μια πρόταση άκουσα η οποία λέει το εξής, «κηρύσσουμε στάση πληρωμών, βγάζουμε τη χώρα από τη ζώνη του ευρώ» πρόταση που κατ’ εμέ οδηγεί τη χώρα στο χάος και την αναρχία. Τη διατυπώνει ένα μέρος μιας Κοινοβουλευτικής Ομάδας που συμμετέχει στη Βουλή. Είμαι διατεθειμένος να συζητήσω τα υπέρ και τα κατά της συγκεκριμένης θέσης, όχι γιατί θέλω να την υπερασπιστώ αλλά εν πάση περιπτώσει αντιλαμβάνομαι ότι διέπεται από μια λογική για το ποιες είναι οι επιλογές που έχει η χώρα και από το σύνολο των επιλογών προτείνει αυτή που επικροτεί.

Πάμε λοιπόν να δούμε τι πρέπει να κάνουμε, να συμφωνήσουμε, αν θα πρέπει να μειώσουμε τα ελλείμματα ή όχι; Εάν συμφωνούμε σ' αυτό, χαίρομαι ιδιαίτερα γιατί αυτό αποτελεί ένδειξη ενός πεδίου συνεννόησης. Εδώ νομίζω ότι συμφωνούμε με την Ν.Δ. και ενδεχομένως και με άλλους οι οποίοι λένε ότι η χώρα όντως έχει ανάγκη να μειώσει τα ελλείμματα. Τότε πρέπει να κάνουμε και το επόμενο βήμα, αφού θέλουμε να μειώσουμε τα ελλείμματα, δεν πρέπει να προσδιορίσουμε πώς θα τα μειώσουμε; Και αφού τα κάνουμε όλα αυτά, και τα αποτυπώσουμε, ας τα δώσουμε στους πολίτες να τα αξιολογήσουν.

Επειδή λοιπόν, τέθηκε το ερώτημα αν αυτά δίνουν απάντηση στο πρόβλημα, διότι είναι ένα ερώτημα το οποίο έρχεται και επανέρχεται και το άκουσα και από συνάδελφους, «καλά όλα αυτά που μας λέτε, κύριε Υπουργέ, αλλά στο τέλος της ημέρας θα εμφανιστεί φως στο τούνελ; Θα λύσουμε το πρόβλημα της χώρας, ή μήπως υποβάλλουμε τον κόσμο σε άδικες θυσίες;» Θα ξεκινήσω από μια διαπίστωση. Εάν δεν το κάνουμε, οδηγούμαστε στα τάρταρα και είναι μαθηματικά βέβαιο. Εάν κάποιος έχει αντίρρηση να την καταθέσει εδώ. Άρα, το δίλημμα είναι πονηρό εάν πρέπει να προχωρήσουμε ή όχι. Εάν δεν συνεχισουμε να κάνουμε ό,τι κάνουμε, η χώρα θα ειχε παψει να λειτουργει. Επομένως, το αμέσως επόμενο ερώτημα είναι «μπορούμε να διασφαλίσουμε ότι η χώρα μπορεί να βγει από αυτή τη κρίση;» Ξεκαθάρισα πολλές φορές, με τοποθετήσεις μου στη Βουλή ότι το πρόβλημα της χώρας δεν θα λυθεί εάν επικεντρωθούμε αποκλειστικά και μόνο στο πώς θα μειώσουμε τα ελλείμματα. Εάν επικεντρωθούμε και μόνο στο πώς θα καταφέρουμε να μειώσουμε το έλλειμμα από τα 24 δισ. στα 3 δισ. Το πρόβλημα της χώρας θα λυθεί, όταν καταφέρουμε να τη βάλουμε σε ένα μονοπάτι σταθερής και διατηρήσιμης ανάπτυξης. Αυτή είναι η μόνη προϋπόθεση για να μην βρεθούμε σε έναν δρόμο, ο οποίος δεν θα είναι μετά από λίγο αναστρέψιμος. Ο λόγος που επιμένω είναι επειδή γνωρίζω, ότι η αναγκαία προϋπόθεση για να έχουμε ένα διατηρήσιμο χρέος και για να μπορούμε να καταφεύγουμε για δανεισμό στις ξένες αγορές κεφαλαίου, θα χρειαστεί να πείσουμε τους άλλους ότι θα μπορούμε να ανταποκριθούμε στην υποχρέωση που έχουμε να εξυπηρετήσουμε τις υποχρεώσεις μας. Κάνουμε λοιπόν, όλες εκείνες τις αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές που αφορούν στον τρόπο λειτουργίας της οικονομίας και έχω δίπλα μου έναν συνάδελφο, τον κ. Κουτρουμάνη, ο οποίος πραγματικά έχει δείξει τόλμη και κουράγιο και έχει φέρει πάρα πολλές αλλαγές και όχι μόνο αυτός αλλά και πολλοί άλλοι συνάδελφοι με σκοπό να βοηθήσουν την ελληνική οικονομία να ξεφύγει από την ύφεση και να μπει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Όμως, όπως καταλαβαίνετε, η μετάβαση από τους αρνητικούς στους θετικούς αριθμούς ανάπτυξης δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί ούτε με μαγικό τρόπο ούτε πατώντας κάποιο κουμπί, ούτε από τη μια στιγμή στην άλλη.

Κάποιοι εθεσαν το ερώτημα γιατί μας καλείτε στη μέση του έτους να κάνουμε νεες παρεμβάσεις; Θα ήθελα να σας πω, ότι ένα μέρος του προβλήματος, είναι αλήθεια, ότι οφείλεται στο γεγονός ότι τελικά πέρυσι είχαμε διαφορετικό σημείο αφετηρίας. Εκεί που υπολογίζαμε ότι η αφετηρία ήταν στα 22 δισ. κατέληξε η αφετηρία μας ένα είναι στα 24 δισ. Ένα άλλο μέρος του προβλήματος σχετίζεται με την αύξηση της ανεργίας -μεγαλύτερη από την αναμενόμενη αύξηση της ανεργίας- η οποία είχε ως αποτέλεσμα να μειωθούν τα εσοδα απο ασφαλιστικές εισφορές. Έπρεπε λοιπόν, να χρηματοδοτήσουμε τα κενά που δημιουργήθηκαν στο ασφαλιστικό σύστημα για να συνεχίσουμε να παρέχουμε τις συντάξεις. Εχουμε να πληρώσουμε περισσότερα επιδόματα ανεργίας, οπότε έπρεπε να ενισχύσουμε περισσότερο τον ΟΑΕΔ. Ακόμα, είχαμε μια υστέρηση στα φορολογικά έσοδα. Όλα αυτά εξηγούν γιατί χρειάστηκε να κάνουμε πρόσθετες διαρθρωτικές παρεμβάσεις. Εάν κάποιοι πιστεύουν ότι υπάρχει κάποιος άλλος μαγικός τρόπος που θα μπορούσαμε να λύσουμε τα συγκεκριμένα προβλήματα, παρακαλώ να τα προτείνει σε αυτή τη συζήτηση, σε αυτόν τον διάλογο και σε αυτή την αίθουσα που έχουν ειπωθεί πολλά, και θα μπορούσαν να έχουν ειπωθεί και αυτά τα χρήσιμα. Κατά τη γνώμη μου, δεν έχω ακούσει μέσα σε αυτούς τους 20 μήνες που έχω αναλάβει την ευθύνη του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους χρήσιμες προτάσεις. Διότι, καλά τα «έπεα τα πτερόεντα» που φεύγουν από το «έρκος των οδόντων», αλλά θα πρέπει και κάπου να οδηγεί όλος αυτός ο πολιτικός λόγος, ο οποίος διατυπώνεται μέσα σε αυτή την αίθουσα.

Επειδή, θεωρώ το ζήτημα του δημόσιου χρέους, ως ένα από τα πλέον κρίσιμα και καθοριστικά ζητήματα και άκουσα και πολλές τοποθετήσεις για το θέμα των αποκρατικοποιήσεων, θα πω το εξής. Είναι γεγονός, ότι εάν αφήσουμε τη χώρα να στηριχτεί για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα αποκλειστικά και μόνο στη διαμόρφωση μιας ευνοϊκότερης συνθήκης στα δημοσιονομικά και στην οικονομία, αυτό από μόνο του ενδεχομένως να μην αρκεί. Έρχεται λοιπόν, ένα φιλόδοξο πρόγραμμα από την πλευρά των αποκρατικοποιήσεων, το οποίο στοχεύει στη ταχύτερη αποκλιμάκωση του δημόσιου χρέους, έτσι ώστε να διασφαλίσουμε όλες εκείνες τις προϋποθέσεις που θα επιτρέψουν στη χώρα να αντιμετωπίσει τα προβλήματά της. Νιώθω ιδιαίτερη χαρά, που είμαι ο πρώτος υπεύθυνος του Γενικού Λογιστηρίου που καταθέτει ένα μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα, το οποίο είναι μια μεγάλη θεσμική και δημοσιονομική κατάκτηση της χώρας. Επίσης, πιστεύω ότι οι πολυετείς προϋπολογισμοί, όπως πλέον διαμορφώνονται μέσα από το μεσοπρόθεσμο, αποτελούν ένα ισχυρό δημοσιονομικό «αγκυροβόλιο». Δίνεται η δυνατότητα από εδώ και στο εξής, να έχουμε ένα θεσμικό πλαίσιο για την δημοσιονομική πολιτική της χώρας, η οποία πλέον θα είναι πιο συντεταγμένη σε σχέση με το παρελθόν και θα δίνει τη δυνατότητα σε όλους εσάς που αξιολογείται τα πεπραγμένα της οικονομικής πολιτικής της Κυβέρνησης, να γνωρίζετε μέσα σε ποιο μεσοπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα συζητούμε κάθε φορά τον προϋπολογισμό. Γιατί, όπως γνωρίζετε, αυτό τον μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα, πέρα από όλες τις άλλες ιδιότητες και τα χαρακτηριστικά που έχει, δεν είναι τίποτα άλλο παρά ο προθάλαμος της συζήτησης για τον προϋπολογισμό του έτους 2012.

Θεωρώ λοιπόν, σημαντική θεσμική κατάκτηση την κατάθεση του μεσοπρόθεσμου προγράμματος. Θεωρώ ότι είναι ένα πρώτο καλό βήμα. Δεν πιστεύω ότι έχουν λυθεί όλα τα προβλήματα ούτε πιστεύω, ότι αυτό είναι το πρόγραμμα και δεν μπορεί να υπάρξει κάποιο καλύτερο. Είμαι απόλυτα πεπεισμένος, ότι την επόμενη χρονιά, θα αξιολογήσουμε όλες τις παρατηρήσεις και τις επισημάνσεις που έχουν κατατεθεί σε αυτή την αίθουσα, ώστε όταν προσέλθει το Γενικό Λογιστήριο, ή ο υπεύθυνος του Γενικού Λογιστηρίου ή ο Υπουργός Οικονομικών να καταθέσει το επόμενο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα του χρόνου τέτοιον καιρό, πραγματικά να καταθέσει ένα μεσοπρόθεσμο αισθητά βελτιωμένο σε σχεση με το πρώτο.

Εγώ, από τη θέση που βρίσκομαι, θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους όσους μέσα από αυτή την αίθουσα με τις παρατηρήσεις και τις επισημάνσεις τους μας βοήθησαν να βελτιώσουμε το περιεχόμενο αυτού του κειμένου. Αλλά περισσότερο, να ευχαριστήσω τις υπηρεσίες του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και τις υπόλοιπες υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών που μας έδωσαν τη δυνατότητα να παρουσιάσουμε και να καταθέσουμε το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα δημοσιονομικής στρατηγικής. Επειδή θεωρώ, ότι είναι ένα από τα απαραίτητα εργαλεία και προϋπόθεση για τη χώρα να βγει από την κρίση στην οποία είμαστε αντιμέτωποι, σας καλώ κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, να υπερψηφίσετε το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα δημοσιονομικής στρατηγικής.

Μοιραστείτε αυτό το άρθρο




cron